Inaktivität - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Inaktivität - translation to Αγγλικά


Inaktivität      
n. inactivity, lack of activity, inertness
inactiveness      
n. Passivität, Inaktivität; Faulheit; Trägheit
anestrum      
n. Periode sexueller Inaktivität (trennt zwei Östruszyklen voneinander) (med.)
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Inaktivität
1. Haben sich schlechte Sitten wie körperliche Inaktivität oder Frustessen erst einmal verfestigt, sind sie nur schwer wieder zu korrigieren.
2. Die Folge weiterer Inaktivität wäre «im wahrsten Sinne des Wortes katastrophal», sagte Blair. «Und dieses Desaster droht nicht in einer fernen Science–Fiction–Zukunft, sondern in unserer Lebenszeit.» «Wir haben aber noch die Zeit und wir haben das Wissen zu reagieren», erklärte der Leiter der von der britischen Regierung im Sommer 2005 in Auftrag gegebenen Untersuchung, der Wirtschaftswissenschaftler Sir Nicholas Stern. «Aber nur, wenn wir weltweit entschlossen und rasch handeln.» In den Industrieländern hat der Ausstoß von Treibhausgasen ungeachtet der Klimaschutzziele von Kyoto erneut zugenommen.